Πρωτόκολλα διέγερσης ωοθηκών – Πρόκληση ωορρηξίας
Κατά τη διάρκεια ενός φυσιολογικού κύκλου παράγονται 8 – 12 ωοθυλάκια, τα οποία σταδιακά ωριμάζουν. Μετά από 8 ημέρες, μόνο ένα από αυτά επικρατεί και φτάνει σε ωορρηξία μετά από 4-5 ημέρες. Για τα ζευγάρια που επιλέγουν την εξωσωματική γονιμοποίηση, η επιβίωση περισσοτέρων του ενός ωοθυλακίων πραγματοποιείται μέσω της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής.
Το είδος και η ποσότητα των φαρμάκων εκείνων που θα χρησιμοποιηθούν και θα προκαλέσουν πολλαπλή ωορρηξία υπαγορεύονται από το πρωτόκολλο που θα ακολουθηθεί. Τα πρωτόκολλα, ο τρόπος δηλαδή χορήγησης των φαρμάκων, καθορίζονται από τα αίτια της υπογονιμότητας, την ηλικία της γυναίκας, τα ορμονικά και βιολογικά της χαρακτηριστικά καθώς και από την ποιότητα του ανδρικού σπέρματος.
Της διέγερσης των ωοθηκών προηγείται η εξέταση του σπέρματος, έτσι ώστε να εντοπιστούν πρόωρα και να αντιμετωπιστούν τυχόν προβλήματα. Το σπέρμα υφίσταται επεξεργασία και απομονώνονται εκείνα τα σπερματοζωάρια που έχουν κατάλληλη μορφολογία και ταχύτατη κινητικότητα.
Τα βασικά πρωτόκολλα διέγερσης ωοθηκών για την πρόκληση ωορρηξίας είναι δύο, το μακρύ και το βραχύ.
Το μακρύ πρωτόκολλο διαρκεί περίπου ένα μήνα και χωρίζεται σε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση, στην οποία έχουμε την καταστολή των ωοθηκών, η γυναίκα λαμβάνει τη 2η ή την 21η ημέρα του κύκλου της φαρμακευτικά ανάλογα (Arvekap, Daronda, Suprefact) της γοναδοτροπίνης GnRH. Η αγωγή διαρκεί από 10 ημέρες έως 2 εβδομάδες. Η καταστολή της λειτουργίας των ωοθηκών ελέγχεται με υπερηχογράφημα και μέτρηση της οιστραδιόλης του αίματος.
Εφόσον η καταστολή κριθεί επαρκής, προχωρούμε στη δεύτερη φάση, η οποία διαρκεί και αυτή περίπου δύο εβδομάδες. Η διέγερση των ωοθηκών αρχίζει και η γυναίκα λαμβάνει φαρμακευτικά παρασκευαζόμενες γοναδοτροπίνες (Puregon, Gonal-F, Altermon, Merional, Menopur.
Το βραχύ (σύντομο) πρωτόκολλο χρησιμοποιείται για γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, οι οποίες παρουσιάζουν ανεπαρκή ανταπόκριση των ωοθηκών στην πρόκληση ωορρηξίας.
Διαρκεί περίπου δύο εβδομάδες και -σε αντίθεση με το μακρύ πρωτόκολλο- καταστολή και διέγερση λαμβάνουν χώρα σχεδόν ταυτόχρονα. Τις πρώτες ημέρες του κύκλου χορηγούνται στη γυναίκα κατά σειρά οι εξής ουσίες: συναγωνιστής της GnRH και φαρμακευτικές γοναδοτροπίνες.
Μόλις διαπιστωθεί η αύξηση της διαμέτρου των ωοθυλακίων στο επιθυμητό μέγεθος και η οιστραδιόλη παρουσιάσει κατάλληλες τιμές, πραγματοποιείται μεσονύχτια ένεση προκειμένου να ωριμάσουν τα ωάρια και να προκληθεί πολλαπλή ωορρηξία, ενώ η λήψη φαρμάκων διακόπτεται.
Εμβρυομεταφορά
Η εμβρυομεταφορά πραγματοποιείται λίγο μετά την ωοληψία και αποτελεί μια ανώδυνη διαδικασία. Δεν απαιτείται αναισθησία και συνοδεύεται από αγχολυτική ένεση, καθώς η γυναίκα κατά τη διάρκειά της πρέπει να παραμένει ήρεμη. Συνήθως, τοποθετούνται 3 – 4 έμβρυα στη μήτρα μέσω ειδικού καθετήρα. Η διαδικασία αυτή ελέγχεται μέσω υπερηχογράφου, έτσι ώστε ο εμβρυολόγος να είναι σε θέση να κάνει ακριβείς και επιτυχείς χειρισμούς. Η μεταφορά μεγαλύτερου αριθμού εμβρύων αποφεύγεται, καθώς εγκυμονεί διάφορους κινδύνους για τη γυναίκα, όπως είναι η αποβολή, η πολύδυμη κύηση και ο πρόωρος τοκετός.
Η μεταφορά ενός μόνο εμβρύου πραγματοποιείται σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις. Εφαρμόζεται, κυρίως, σε γυναίκες κάτω των 35 ετών, στις οποίες διαγιγνώσκονται διαταραχές στη μήτρα. Με τη μεταφορά ενός εμβρύου μειώνονται δραστικά οι πολύδυμες κυήσεις, άρα και οι κίνδυνοι που αυτές προκαλούν στη μήτρα. Η αλήθεια, πάντως, είναι ότι τα ζευγάρια, παρά τα μεγαλύτερα ποσοστά που εμφανίζουν οι κυήσεις κατόπιν μεταφοράς ενός εμβρύου, φαίνονται λιγότερο πρόθυμα να ακολουθήσουν τη μονή εμβρυομεταφορά.
Για το λόγο αυτό απαιτείται πληρέστερη ενημέρωση των ασθενών γύρω από τις παραμέτρους και τις πιθανότητες επιτυχίας της μονής εμβρυομεταφοράς.